ordliste Gresk - Arabisk

ελληνικά - العربية

πλυντήριο på arabisk:

1. غسالة غسالة



Arabisk ord "πλυντήριο"(غسالة) skjer i sett:

Οικιακές συσκευές στα αραβικά
Έπιπλα στα αραβικά